|
ο миссионер #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово миссионер? — ιεραπόστολος как с (ново)греческого переводится слово ιεραπόστολος? — миссионер — καπαρντίνα — τοιχοποιία — δερβίσικος — τυπογραφω — καταντικρύ — εκθλίβω — τορνεύω — μονόκλ — αναπαλλοτρίωτος — ταύρειος — ισόκλινος — εδαφισμός — φαρμακοδόχος — απολογιστικός — κυρίευση — γνάφαλλον — ερεονητέος — θρίαμβος — λογομαχία — χυτάσφαλτος — ανόρυξη |
|||