|
(αόρ. καταντράπηκα) сгорать со стыда #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сгорать со стыда? — καταντρέπομαι как с (ново)греческого переводится слово καταντρέπομαι? — сгорать со стыда — πρωράτης — παραπάνου — μισοάδειος — ζέστη — παραγοντισμός — ξαρμάτωτος — αναγκαιότητα — κωλυσιεργώ — ανεμαλαγιά — ναυλοτιμαριθμοποίηση — βλεπόρης — ξευτελίζω — κελάρης — γυριστός — ανελυγκιάζω — αναφορικά — παιδοψυχολόγος — σκωληκίασις — μνημειώδης — εγίρα — ζούριασμα |
|||