|
το простенок #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово простенок? — μεσόθυρο как с (ново)греческого переводится слово μεσόθυρο? — простенок — ιδιώνυμος — κρησφύγετο — κακοκέφαλος — απορροφητικός — αντίθεση — χαραματιά — παρίας — απαλλοτριώνομαι — ζούλια — τραγουδοποιός — ανθεκτικός — ενάργυρος — αξιότιμος — λαθρεπιβάτης — ελεφαντομάχος — σκύρο — γκαζομετρητής — ακτινολογικός — ιέρας — πολύγνωρος — εξεμάνην |
|||