|
уст. пастух #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пастух? — βουτρόφος как с (ново)греческого переводится слово βουτρόφος? — пастух — προγυμνάστρια — αμυγδαλόπομα — κοράλλινος — εκλειπτικός — μεταγένεση — ετερόγλωσσος — βοστρυχίζω — ιδρυματοποίηση — επιείκεια — λιμενικός — ωοθυλάκιον — απονεκρώνομαι — έγκληση — στηθωτός — μελοδραματισμός — σπιτήσιος — εξανάστροφα — χάνος — χαρτοδέτηση — παρασιτώ — βωλοθραύστης |
|||