|
η благотворительность #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово благотворительность? — αγαθοποιία как с (ново)греческого переводится слово αγαθοποιία? — благотворительность — μυρμήγκι — εκπλειστηριαστής — αδαμαντοφόρος — μακροβένθος — υποδεικνύω — αντεξορμώ — σέβομαι — σκέπασμα — ρημάδα — σάρα — σύμπλοκος — εθναρχία — διαψεύδω — μεγαλοφρονώ — κολοφώνας — σπαραχτικός — τονισμός — όργητα — λιμάρω — καματερό — αλειμματένιος |
|||