|
(αόρ. ανάπεσα) падать навзничь #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово падать навзничь? — αναπέφτω как с (ново)греческого переводится слово αναπέφτω? — падать навзничь — υδρογνώμων — λαχανοπώλης — τζίτζικας — ρεαλισμός — παράρτημα — μοσχαρίσιος — αίλουρος — παραχέρι — προπαγανδίστρια — καταλύω — υποτροχήλιον — εδαφοστρωτήρας — είπερ — μαγγανευτικός — ανεσκαμμένος — ανεπάνδρωτος — εξερεθίζομαι — τρίεδρος — ολπίδα — συναγώγιον — ανάδοχος |
|||