αιρέσιμος

формы словаβ
αιρέσιμος



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово αιρέσιμος? —


φυτεύωβρόχισησέρραβουτιάβουδούρηςασύσταγοςσμηνοσεισμοίμαντεμένοςγλυκοσαλίζωτσεκούριδακτυλοδεικτουμαικαπνοκαλλιεργητήςσεισμογραφίαγινατάρηςνοικάτόρισσαάγγιαγμαανεξασθένωτοςπαννίπεντάμηνοςπώγωνανώγειον




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit