Новогреческий словарь
γεγωνυία
γεγωνυία
η :
γεγωνυία τή φωνή — громогласно, громким голосом
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
γεγωνυία
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αναχορηγητής
—
εξαιρούμενα
—
φυσικοθεραπευτής
—
υπερκερασμός
—
ακράσωτος
—
διαφαίνομαι
—
γιαλαντζί
—
τετρασθενής
—
ψυχοσώστης
—
σπινθήρας
—
γενική
—
κατράνι
—
διέστην
—
αγριεμός
—
αντιζυγισμένος
—
παγεμός
—
βρύο
—
παράμερος
—
πρωτάκουστος
—
θαυματουργικός
—
απρογραμμάτιστος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве