|
бесстрашный, неустрашимый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово бесстрашный? — ασκιάστος как на (ново)греческом будет слово неустрашимый? — ασκιάστος как с (ново)греческого переводится слово ασκιάστος? — бесстрашный, неустрашимый — γαλακτοπαραγωγή — παραπτωματάκι — απομνημονεύω — αλλαχού — συνδυάζω — μαγκούρα — μπομπονιέρα — φωτογραφείο — ανεπικύρωτος — μελικουκκιά — χειροβάδιση — τσάντζαλα — χειραγωγημένος — λιγυρότητα — ακαλοκάμωτος — αμανές — τοπάρχης — δύνη — μποέμ — συνιστώ — γυψοπλαστική |
|||