|
το корешок #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово корешок? — ριζίδιον как с (ново)греческого переводится слово ριζίδιον? — корешок — γρανιτένιος — χελιδονόψαρο — στρωματιά — βαρκαδιά — μουγγά — αβλαβής — αφίσσα — κακονυχτίζω — γαστροεντεροστομία — ετερότονος — σχεδιαστής — εσχον — δίχειρος — παραπατάω — ξενόγλωσσος — ένρινος — αεροπλοΐα — φωτοχρωμία — Λεττονή — ακέραιος — βασιλικά |
|||