|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καλαμποκέλαιο? — — μερομίστι — μπιρμπίλα — πλίθα — μετρίασμα — φαλάκρωμα — σταχτόπαννο — εκπαραθύρωση — εκπολιτίζω — γούβωμα — σοβαρότητα — ορεξάτος — παράμερα — εβκάφιον — γέρα — ξιφούλκηση — λαϊκιστικός — αντικατατάσσω — παρουσιάζομαι — ερυθροπρόσωπος — ύστερο — προϊστορικά |
|||