Новогреческий словарь
ανακογχυλιάζω
ανακογχυλιάζω
полоскать
(горло)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
полоскать
? —
ανακογχυλιάζω
как с
(ново)греческого
переводится слово
ανακογχυλιάζω
? — полоскать
#
(ново)греческий словарь
—
καλόβουλος
—
καλαισθησία
—
αντιπροσωπευμένος
—
φιλάρχαιος
—
ανατέλλων
—
ωφελιμιστής
—
πολυχρόνιο
—
ατμογόνος
—
συναγωνίστρια
—
εξατομίκευση
—
άσπερμος
—
θηλυπρεπώς
—
στομαχάκι
—
φαγέδαινα
—
Ιρακινος
—
ζυθοζύμη
—
βοτανισμένος
—
φασκελώνω
—
μεγαλόπολη
—
καπιταλίστρια
—
εθιμοτυπία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве