|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αρπακτικό? — — συχωριανός — αηδονολαλήτρα — βουλω — κατουρλιό — αριθμός — απλησίοστον — ποντικότρυπα — ξεσπώ — κολεόπτερα — ψιλολόι — ανακουνώ — πιφ — κομμώτρια — Αυγουστίνος — εργοδοτώ — τορνευτικός — ξυλοφάος — επίσειον — γαλαξίδα — εκπλήσσομαι — λιμάρικος |
|||