εμμηνοπαυσιακός

формы словаβ
εμμηνοπαυσιακός



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово εμμηνοπαυσιακός? —


βλεφαρίζωαυτόςβρωμονέρισυνηχώξεθεώνωαργυραμοιβείοτοπιογράφοςιστοκαλλιέργειαλιεργάτηςαραχνοϋφαίνωχείμεθλονεμφάνισηπαρανυστάζωιδεογραφικόςαβυσσαίοςδωρητόςαντισταθμισμόςιονίζωμπανιστηρτζήςπυροφάνιχερσότοπος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit