|
η штоф (ткань) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово штоф? — στόφα как с (ново)греческого переводится слово στόφα? — штоф — αποκαρδιωτικός — φεγγαρίστικος — βακίλλιον — αυτοσχεδιασμός — επανερωτώ — παρεξηγημένος — αγαπητική — δωρεάν — νεφρόλιθος — καλύπτω — αριστερίστρια — ρουθούνι — καμινετάκι — νυσταγμένος — χρησιδεσποτεία — αποσκορακισμός — ξέκρεμος — ανασύσταση — μικράτα — σεισμόπληκτος — λαρυγγοπληξία |
|||