|
το ларец для брачного венца #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ларец для брачного венца? — στεφανοκούτι как с (ново)греческого переводится слово στεφανοκούτι? — ларец для брачного венца — διάβημα — αδιαβατικά — κοψομέσιασμα — αυτονομιστής — μακαρονοποιείο — καταμαρτυρία — ασπρογάλανος — αμυγδαλόφλουδα — αρόδου — συλλαβογραφία — καθετηρίαση — νεκρώνω — τανύω — πλέριος — πολυκόμματος — νομισματοσυλλέκτρια — θέμελο — μενεξές — καταργώ — εμβρυώδης — όρνιο |
|||