|
двухклассный (о школе) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово двухклассный? — διτάξιος как с (ново)греческого переводится слово διτάξιος? — двухклассный — μαλλί — αστραποβολητό — γερτός — ευλίμενον — εκπατρίζω — παλαιογραφία — κνώδαλο — ανιστόρητο — σαρκοφαγώ — πετρελαιοπηγές — αναμένω — παραπαίρνομαι — βαρετός — μιλιά — καρβουνιάρικος — προτίθεμαι — ψυχοβιολογικός — αναύλωτος — ολιγόλεπτος — τζαμί — καφενόβιος |
|||