|
το лечение #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово лечение? — κουράρισμα как с (ново)греческого переводится слово κουράρισμα? — лечение — υδροφόιλ — διορθωτικός — κατούρλιό — ακάρπιστος — ξεκολλώ — ανθρακωτήρας — ενάσκηση — ασυγχώνευτος — ζήση — τεφροδοχείο — ενούρησις — ονοματοκρατία — γαλανάδα — πάντρεμα — φρονιμότητα — εδαφικός — αλογίκευτος — μέλεγος — φυματιολόγος — χειροτέχνημα — αποδιδόμενος |
|||