|
сильный, с сильными руками #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сильный? — χειροδύναμος как на (ново)греческом будет слово с сильными руками? — χειροδύναμος как с (ново)греческого переводится слово χειροδύναμος? — сильный, с сильными руками — πολτός — αβεβαιότητα — εφοδιασμός — μοσχοσάπουνο — γοργοδιαβαίνω — λειψανοθήκη — αλετριά — ολόλευκος — υπόμισθος — ραδιοτεχνία — χρυσομηλέα — αστατικός — ετερόφυλλος — κατωφερής — υπόκρυψη — διόπτρα — τυροβόλι — νικελάκι — δεκαπλασίαση — σκαλοπόδαρο — πανηγυριώτικος |
|||