Новогреческий словарь
πυροφωσφορικός
πυροφωσφορικός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
πυροφωσφορικός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
εγωτιστής
—
αφρολόγος
—
φιμώνομαι
—
ελασματοβράγχια
—
αποψεσινός
—
νομισματοσυλλέκτρια
—
ξαντικός
—
κανναβόσχοινο
—
οικοπεδοποίηση
—
στενόφυλλος
—
σχολικός
—
διακόσιοι
—
ξίδιασμα
—
θεριζοαλωνιστικός
—
κοινωνικοποιούμαι
—
εγχελύδιον
—
ροντώ
—
ανεξίκακος
—
λιγοήμερος
—
πλαισίωμα
—
πλάκωμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,