|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κουρεμένος? — — εύκαιρος — βρωμόνερο — αστήριχτος — αλγησις — αχαμναίνω — εχθρικότητα — εμφάνιση — διοργανωτής — αφίλητος — βραδιάζοντας — μεταξοβιομηχανικός — χοντρομπακάλης — θαμποφέγγω — διαφέντεψη — επάγομαι — τέρετρον — πυρπολημένος — εξατμιστός — δωροληψία — σταυρώνω — ακλάδευτος |
|||