Новогреческий словарь
κουρεμένος
κουρεμένος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
κουρεμένος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ρέκτης
—
ψυχοπνευματικός
—
διαστέλλω
—
σκουλάτος
—
μεταθετόν
—
μπαγάζια
—
βιαιοπαθής
—
εικοσαετής
—
κρεμμυδόσουπα
—
ποταμάκι
—
λυτρωμένος
—
υπάρχω
—
τανύν
—
μύδρος
—
στοιχειώνω
—
τρυπάνισμα
—
τραγήσιος
—
μπαούλο
—
ανάριωμα
—
σίτευση
—
υαλοκρύσταλλος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,