|
το физ. электрометр #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово электрометр? — ηλεκτρόμετρο как с (ново)греческого переводится слово ηλεκτρόμετρο? — электрометр — συσσιτώ — ασβέστι — Πυθία — άπιον — ελευθεροτυπία — θαλασσοκρατορία — ανθίζομαι — αξελόγιαστος — συγκέρασμα — φιόρντ — υδροπρίονο — χυλίζω — σαπφειρόχρους — σουρτορόλα — παραγεμιστός — απανθρακώνω — επιτετραμμένος — ρόϊδο — φαμελιάρισσα — βουλητικός — μπόλικα |
|||