|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σπερματοδότης? — — κοχλάζω — προορώ — μυοκτόνος — απόρριμμα — αναπλειστηριασμός — στοχάζομαι — οιωνίζομαι — φασματόμετρο — ευθετώ — καταναλώσιμος — ομοιοτέλευτο — γιγαντοοθόνη — αντιπυροβολείο — Δανίδα — γαργαρίζω — βακτηριολογία — σύνταγμα — δεξιούμαι — μαϊμουδίζω — βρογχοσκόπηση — προσπελάσιμος |
|||