Новогреческий словарь
αμμόχωστος
αμμόχωστ|ος
засыпанный песком
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
засыпанный песком
? —
αμμόχωστος
как с
(ново)греческого
переводится слово
αμμόχωστος
? — засыпанный песком
#
(ново)греческий словарь
—
πατριώτις
—
απολεσθείς
—
εκβίασμός
—
κοινωφελής
—
συνωνυμικός
—
κυτταρίτιδα
—
ατρούπωτος
—
λέκιθος
—
Φώτιος
—
ανάδημα
—
λυπητερός
—
επαγγελματικός
—
καλαμπούρι
—
χαρατσώνω
—
τσαλαβουτώ
—
ακοπάνιστος
—
αδιάθετος
—
αλμεύω
—
κοκκωτός
—
υπάρχοντα
—
ακατάπιοτος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,