|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ἑσσόομαι? — — γουρουνότριχος — συντομευτικός — σφύζω — πρωτομηνιά — μικροκεφαλία — σταδιόμετρο — κουφαίνω — νευροφυτικός — χιονοδρομία — αποπεράτωση — οινοπνευματοποιός — οριακός — μολυβδαίνιο — σαπουνίζω — συσχέτιση — πάσχω — ηττώμαι — αναβάλλω — φώραση — ησυχαστήριο — φάρδαιμα |
|||