σκάνω

формы словаβ
σκάνω
(αόρ. έσκασα) см. σκάζω



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово σκάνω? —


εξοχότηταεπαύξησηπαραδέχομαισωματικόςχειλίτιδατραγουδιστόςγλαφυρότηταχώνευσηβεργάδιδενδρόκαρποςμακροβιότηταφαναρτζίδικομετόπηογδόντακρετίνοςυβριστήςανθεκτικότηταγλύκασμαελαιοειδήςψιλούριαεπταετία




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit