|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αγαθοσύνη? — — χηλή — δύσκολο- — πόδας — νοστιμάδα — μαλλιά — μεταπήδηση — ραϊσματιά — ξυλολατρία — στεγνός — μαρτυριάρα — φαρμακευτική — αστείρευτος — μπαλταδιά — ηλεκτροακουστική — ξέχωμα — μπαγλαρώνω — κατακάθομαι — υποσκελισμός — κεφαλαιοποιούμαι — νεοκλασσικισμός — πλεονάζω |
|||