|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово συγυρισμένος? — — ακαθίδρυτος — αποχρέμπτομαι — μαλακόστρακα — εκκοκκιστήριο — ζαχαρώδης — ψωριασικός — αλουπήσιος — χρωματισμένος — βοϊδολίβαδο — ψυχοπλακώνομαι — αγουρούτσικος — μισοτιμίς — αχρημάτιστος — καυστικός — αφόρετος — ασύνδετος — ράπισμα — κλαρίνο — νεπωτισμός — σκεβρός — ουίσκι |
|||