|
το физ. тж. перен. люкс #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово люкс? — λουξ как с (ново)греческого переводится слово λουξ? — люкс — δυσεπανόρθωτος — ερμαφροδιτισμός — αφέσιμος — διαβάζω — διαφέντευμα — ώμορφος — σύνηθες — καρναβαλιστής — πιρουνιάζω — στρογγυλοποιώ — εντευκτήριον — αγνωμιά — πολύχρωμος — δημοκρατικά — κρητικιός — ψωμάδικο — βλαστοφόρος — ακριβαγάπητος — ασυχώρετος — προπαραμονή — ξυλόσπιτο |
|||