|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово θανατοποινίτης? — — μπαχτσεβανικά — συρματωτήρας — μπονώρα — ατσιγαρία — ασφαλίτης — ακραίχμιον — απόκρυψη — καταπολεμώ — αδελφοκτονία — αγεμάτιστος — ερπετό — ζενγαρωτά — ανεκποίητος — επιχειρηματολογία — μοσχοκάρφι — παραμόρφωση — αλεπού — τόννος — παραπαχαίνω — εχιδνώδης — ζήτομαι |
|||