|
ο морской узел #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово морской узел? — ονόκομβος как с (ново)греческого переводится слово ονόκομβος? — морской узел — ευγενικότητα — ξερριζώνω — αναλογιστικός — πυροστάτης — αναφτερουγίζω — χασίσωμα — παράθλαση — βλαχομπαρόκ — ορυκτογεωλογία — ξελησμονάω — πρωτοπορειακός — καθελκυσμός — καλαμάκι — ξενερωμένος — κάλεσμα — ψάρακας — σοσιαλδημοκράτισσα — διαβατικός — βοϊδινός — χωριατοσύνη — ασφάλτωμα |
|||