|
η мед. анадипсия, неутоляемая жажда #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово анадипсия? — αναδιψία как на (ново)греческом будет слово неутоляемая жажда? — αναδιψία как с (ново)греческого переводится слово αναδιψία? — анадипсия, неутоляемая жажда — εκτρίβω — πεντάγραμμο — χόρδα — ναναρίζω — στάχτη — χαλασιά — προσεισμικός — καρικωμένος — ανοσολογία — ανεψιά — συνδυαστικά — ακόσμητος — αυτοθαυμάζομαι — άμικτος — αστοχώ — μαλαγάνα — τουρτούρισμα — τετραξονικός — ατρακτίδιο — αποδυνάμωση — αυτοκολακεία |
|||