νύξ

формы словаβ
νύξ
(γεν. νυκτός) η ночь;
          εν καιρώ νυκτός или διά νυκτός — ночью



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово ночь? — νύξ
как с (ново)греческого переводится слово νύξ? — ночь


ξετυλίζωπτωχαλαζώνθαλαμοειδήςφιλινάδαρεμπελεύωψυχομετρίααναγκασμόςερμηνείασυρίζωγαστριμαργίακαταπήκτηςστυφίζωσεμνύνομαιαπαλότητααπαράκαμπτοςκλουβιαίνωνταηλίκιεχτρεύομαιπαραλόγιασμαεισήγησηεπταετηρίδα




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit