|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σιτοκαλλιέργεια? — — μούρλα — μολυβοκοντυλιά — εγωμανής — θελξικάρδιος — μουλινέ — εμπεριεχόμενον — αδέσποτος — μέλπω — αγρεύω — αεριαγωγός — αυτοπρόσκλητος — γράδος — αεραιμία — λογή — αυτοκάθαρση — ρευματικός — άπαστρος — σπιθαμή — στασιάρχης — — μικροφαράδ |
|||