ημίχρονο

формы словаβ
ημίχρονο



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово ημίχρονο? —


δαψίλειααφορισμένοςπροσήκονκοσμοβοήμερδικόανυπεύθυνοςαντάμωσηζύμωσηαπαράδεκτοαλαλαχήαλόξευτοςανθοστόλισμαωάριοαργομιλώπλειοδότηςελαιοπιεστήριοταλαιπωρίαυστερισμόςλίπωμααυτάρκειααγροτικό




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit