|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αναπιασμένος? — — φωτοκοίω — δυσφαγία — χρησιμοθήρας — γραμμικός — οροθετώ — Ρουμάνος — υμενώδης — τζαζ — ανεγκεφαλία — πυρετογόνος — λαϊκισμός — δάχτυλο — φιστικοβούτυρο — διαρρηγνύομαι — μαγειρευτός — κωνοφόρο — φαλκίδευση — κατασκευαστής — κατάπρυμος — κουτράω — ἡσσάομαι |
|||