Новогреческий словарь
αστικοποιούμαι
αστικοποιούμαι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αστικοποιούμαι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
γράμμον
—
ανακλητικό
—
κάκητα
—
απίστευτος
—
διαβόητος
—
μπεζεστένι
—
φαρμακοτεχνική
—
τυποκρατία
—
αναργυρία
—
αντιασθματικός
—
ζευγνύω
—
ελαχιστότης
—
αίρεση
—
επίδειξη
—
αντρειωμένος
—
Σύρα
—
ανολοκλήρωτα
—
αποδασούμαι
—
τσιμπώ
—
πικετοφορώ
—
θαλοσσοφουρτούνα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве