|
η надежда #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово надежда? — ολπίδα как с (ново)греческого переводится слово ολπίδα? — надежда — αυτοκινητισμός — μεταλλικότητα — τάγισμα — ισχυροί — οξειδώνω — εκτυφλώνω — δέρομαι — χρησιμοθηρικός — ματοκυλισμένος — αναθυμώ — εικονογραφία — σαυρίδι — γαργάλητό — εκφυλλίζω — ενωμόταρχος — δασοφυτεία — φασολιά — βρέμα — τσίσια — προστρέχω — φωνημικός |
|||