|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σκουληκομερμηγκότρυπα? — — κακοστομία — ντεφορμέ — συλλέγω — εφτάπλευρος — αβασίλευτος — καθυστερημένα — δολομίτης — πιτσιλίζω — τσερβέλλο — ιεράρχης — μπαμπαδάκι — οινοχόη — αποζητιέμαι — μπαρούφα — αντεπαναστάτρια — μπαλτατζής — αποκορυφώνω — ξώρραφος — φτερολογιέμαι — σλαυόφιλος — ανεχόρταγος |
|||