|
η филос. спиритуализм #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово спиритуализм? — πνευματοκρατία как с (ново)греческого переводится слово πνευματοκρατία? — спиритуализм — εβδομάς — επιδίωξη — Μεγαλόπολη — απευκταίος — μηλίτσα — ρονιά — αλεπόπουλο — ραβέντι — κοτυληδών — γεραρός — ψυχιστής — χρόσακτις — μουνάκι — στανικά — αλίμαχτος — πεταχτάρι — ταυτοφωνία — φιλοτιμία — ξανθογένης — αρχαιοφανής — εξακουσμένος |
|||