|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ησυχασμένος? — — ανθρωποσωτήριος — κηρογραφία — εξαήμερον — σάμβυξ — αστραχάν — άσβόλη — παλληκαράς — ζωόκολλα — σπύριασμα — προσθέτως — τελευταίος — σχολαστικότητα — αντρομοίρι — λοίσθιος — επακουμβητήριον — αναβιωτής — υπόστροφος — κατάψυξη — τζόγια — θεατρικογράφος — ξεκουραστικός |
|||