|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μεθοκόπι? — — συνδιαλλάσσω — κείμενος — νοσήλια — ετυμηγορία — λακωνικότητα — βασκανιστής — ζωοκομία — μονογένεσις — οπωροπώλις — εκμηδένιση — αντίμετρο — ματοκυλάω — ξεμανίκωτος — ψαριανός — πενταπλασιασμός — γωνιομετρικός — ετεροκίνητος — καταναλωτικός — δανειστής — πεισμονή — γλιστράδα |
|||