|
ο филос. абсолютизм #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово абсолютизм? — απολυτισμός как с (ново)греческого переводится слово απολυτισμός? — абсолютизм — ρομαντικός — λουτροθεραπεία — τρικράνι — αχλεύαστος — ακάρφωτος — τραγανιστός — γερουσία — ποιμενικός — γοργοκινησιά — καλλιγραφία — γαιανθρακοφύραμα — αρναούτι — μπουρλοτιέρης — απολεπτύνομαι — Κοινωνία — διεγέρτρια — μπάζωμα — κεφαλάρι — υπόγλυκος — δασμολόγία — κτίσμα |
|||