|
η муслин (ткань) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово муслин? — μουσουλίνα как с (ново)греческого переводится слово μουσουλίνα? — муслин — ευνομούμενος — πολίτευμα — αμυσταγώγητος — αναρροφητικά — ανοστίμευτος — αλουποτόμαρο — ψευταράς — συννεφιά — πολυξοδίαστής — σουρτούκεμα — πείραμα — βλεφαρόσπασμος — σύθεμα — αντιφεγγιά — άλλος — γαιάνθραξ — αετονύχι — ατμοτουρμπίνα — απορρίψιμος — γλωσσοφαγιά — ολίγιστος |
|||