|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово γονατισμένος? — — ύπερ- — λαγωνικό — ράντισμα — πανταχού — αψήφιστος — σουρτούκα — λιόξανθος — χρίζω — χολαιμία — τρίβομαι — ντοματόσουπα — απάστρευτος — αμβλύνους — ιδρώτας — ανάστα — κοτόπουλο — δανείζομαι — ασυνόψιστος — οραματισμός — αγκράφα — ταίς |
|||