|
το вяленая рыба #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово вяленая рыба? — λιόκαυτο как с (ново)греческого переводится слово λιόκαυτο? — вяленая рыба — ανεμομετρικός — μηκωνέλαιον — λιπαρότητα — αυτοκατευθυνόμενος — λυγεράδα — απόσκεπα — χρίω — βλεπόρης — ηλεκτροακουστικός — προφυλακιστέος — παλιγγενεσία — ελευθεροπλοία — λασπώνομαι — νερουλότητα — υδατοστεγώς — κόρωμα — υπαναχωρώ — ασκαντάλιστος — ιατροδικαστίνα — πικρός — πλύσιμο |
|||