|
Отношения #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κριθαρόσουπα? — — λατέρνα — νηφάλιος — ισχύων — βουλεβάρτο — πετηνός — διευκρίνηση — καθοσιώνω — κλάκα — δίκαννος — μαγούλα — ταξίαρχος — νεφρολιθικός — κωδωνοκρούστης — δασοφυλακή — γερώ — μελαχροινάδα — σαδισμός — συνηλικιώτις — απογεράζω — διάνυσμα — κουτσομπολίστικα |
|||