|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σελωτός? — — λιγωμένος — ανθίσταμαι — δηλοί — σεπτεμβριάτικος — οψιμάθεια — κερατοειδής — γυροσκοπικός — παλαμάρι — σεντέφι — φινιστρίνι — εγγυητήριο — σιλλιμανίτης — μέρισμα — ανακόχλαση — λούομαι — λυπιέμαι — καθοριστικός — θαμνόβιος — λιανοπουλητής — ζυγώνω — σαρκαστικότητα |
|||