Новогреческий словарь
οπάλι
οπάλι
το
опал
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
опал
? —
οπάλι
как с
(ново)греческого
переводится слово
οπάλι
? — опал
#
(ново)греческий словарь
—
επίπεδες
—
αργιλόχωμα
—
εργάζομαι
—
ζηλεμένος
—
εσώτερον
—
υφηγητής
—
λιονοτρεμούλα
—
πάπος
—
πλανίζω
—
εκβρασμός
—
ξεκουτιαίνω
—
παλιγγενεσία
—
ματοτσίνορο
—
στοιβακτής
—
ποντικομαμμή
—
αντιπυροβολώ
—
ευφλεκτότητα
—
δορυφορώ
—
πηνίο
—
επεξηγηματικός
—
αρχόντισσα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве