|
η мед. тромбофлебит #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово тромбофлебит? — θρομβοφλεβίτιδα как с (ново)греческого переводится слово θρομβοφλεβίτιδα? — тромбофлебит — αέρινος — κερδοφόρος — ομβριος — αντιρράβδι — προσχηματικά — συντομογραφικά — ανεβάζω — ρυτιδώδης — παλιμβουλία — ξαγόρεμα — Βρεττανός — παραμελούμενος — ξιδοβάρελο — ταπεινωτικά — γινάτι — ευχεραίνω — βούρτσισμα — λιγομίλητος — υπερωκεάνειος — φωτοσβέστης — λολός |
|||